top of page

Παρουσίαση στο ηλεκτρονικό περιοδικό Ψυχογραφήματα

Γνωρίστε την Εκπαίδευση στην προσέγγιση Νευροθυμικό Σχεσιακό Μοντέλο – NARM για τη Θεραπεία του Αναπτυξιακού Τραύματος

Τι ακριβώς εννοούμε όταν μιλάμε για το αναπτυξιακό τραύμα;

Από τότε που ο John Bowlby ανέπτυξε τη θεωρία του Δεσμού έχει ερευνηθεί ευρέως ο συσχετισμός ανάμεσα στην ανασφαλή πρόσδεση και την ψυχοπαθολογία. Μιλάμε για αναπυξιακό τραύμα [Σύνθετη Μετατραυματική Διαταραχή / C-PTSD/ICD-11 2018 / Complex Post-Traumatic Stress Disorder / Developmental Trauma] όταν στην πορεία της πρώϊμης ανάπτυξης το παιδί εκτίθεται στην έλλειψη σταθερού δεσμού, και στην παρατεταμένη και επαναλαμβανόμενη παραμέληση ή κακοποίηση εκ μέρους των φροντιστών του. Δεν εννοούνται εδώ μόνο τα ακραία συμβάντα αλλά και οι υπόρρητες εμπειρίες απουσίας, έλλειψης εναρμονισμένης προσοχής, παραβίασης προσωπικών ορίων, χειριστικής ή επιθετικής παρεμβατικότητας, που αφήνουν συχνά το παιδί μέσα στην καθημερινότητά του σε μια κατάσταση αβοηθητότητας. Η έλλειψη κατάλληλης φροντίδας μπορεί επίσης να οφείλεται σε γενικότερες δυσμενείς συνθήκες διαβίωσης (ασθένεια, κοινωνικά προβλήματα), ή ακόμη σε τραυματικό υπόβαθρο και έλλειψη ψυχικών αποθεμάτων των ίδιων των φροντιστών- αυτός είναι ο συχνά διαγενεακός χαρακτήρας του ψυχικού τραύματος.

Ιδιαίτερα μέσα από τη συμβολή της σύγχρονης νευροεπιστημονικής κλινικής έρευνας των τελευταίων δεκαετιών, έχει αναπτυχθεί μια σφαιρικότερη και βαθύτερη κατανόηση σχετικά με το νευροβιολογικό υπόστρωμα του ψυχικού τραυματικού βιώματος. Έτσι γνωρίζουμε σήμερα, πως το μετατραυματικό στρες είναι μια ψυχοφυσιολογική απόκριση ολόκληρου του οργανισμού, καθώς η τραυματική εμπειρία, ιδιαίτερα όταν πρόκειται για θέματα  τραυματικής πρόσδεσης στην παιδική ηλικία, επηρρεάζει τη δομή και λειτουργικότητα του εγκεφάλου και την οργάνωση και ισορροπία του αυτόνομου νευρικού συστήματος, αφήνοντας τα ίχνη της  στη σωματική αισθητηριακή βάση του αναπτυσσόμενου εαυτού. Παράλληλα όμως με τα νέα δεδομένα για το τραύμα υπάρχει και ένας σημαντικός κορμός νέας γνώσης και ερευνητικών δεδομένων, σχετικά με το τι προάγει την ψυχική ανθεκτικότητα.

Μιλήστε μας λίγο για το Νευροθυμικό Σχεσιακό Μοντέλο (NARM™). Ποια είναι η φιλοσοφία αυτής της προσέγγισης και ποιος ο σκοπός;

Η τραυματοθεραπευτική προσέγγιση NARM βασίζεται στη θεώρηση ότι τα παιδιά έχουν πέντε βιολογικά θεμελιωμένες βασικές ανάγκες που είναι απαραίτητες για την υγιή ανάπτυξη: την ανάγκη για σύνδεση με τον εαυτό τους και με άλλους, την ανάγκη για τη συντονισμένη προσοχή των φροντιστών στις ανάγκες και στα συναισθήματά τους, την ανάγκη για υγιή εμπιστοσύνη και εξάρτηση, την ανάγκη για αυτονομία και την ανάγκη να δώσουν και να λάβουν αγάπη μέσα από τη σχέση. Όταν μια ή περισσότερες από αυτές τις βασικές ανάγκες δεν ικανοποιούνται επαρκώς, τα παιδιά βιώνουν μια απειλή κατά της ευημερίας και της υγιούς ανάπτυξή τους, με αποτέλεσμα να αγωνίζονται να επιβιώσουν ψυχοσυναισθηματικά. Αναδύονται τότε στην πρώϊμη ανάπτυξη δυσκολίες αυτορρύθμισης, αυτοεκτίμησης και προβλήματα στην ικανότητα σχετίζεσθαι που συχνά παραμένουν και στην ενήλικη ζωή. Τα παιδιά διαχειρίζονται την ανεπαρκή ανταπόκριση στις ανάγκες τους και την επακόλουθη φυσιολογική δυσλειτουργία, τη συναισθηματική αποσύνδεση και την κοινωνική απομόνωση, υιοθετώντας μία ή περισσότερες από πέντε βιολογικές-συμπεριφορικές στρατηγικές, που στην προσέγγιση NARM αναφέρονται ως “προσαρμοστικά επιβιωτικά πρότυπα”.

Όταν ένα παιδί υιοθετεί ένα ή περισσότερα από αυτά τα επιβιωτικά πρότυπα και προκειμένου να προστατευθεί απέναντι στην απειλή της απώλειας του σημαντικού δεσμού με τους φροντιστές του, παρεμποδίζεται η αυθεντική αίσθηση του εαυτού του, η οποία βασίζεται στη σύνδεσή του με το σώμα του, με τις συναισθηματικές και κοινωνικές του ανάγκες και με τις αυτόνομες, προσωπικές του σκέψεις.

Στην προσέγγιση NARM αυτοί οι προσαρμοστικοί τύποι επιβίωσης δεν θεωρούνται ως παθολογικοί, αλλά ως απαραίτητες ψυχοβιολογικές προσαρμογές που χρειάστηκε να κάνει το παιδί για να διασφαλίσει την επιβίωσή του. Το κάθε επιβιωτικό μοτίβο περιγράφεται τόσο ως βασική βιολογική ανάγκη, όσο και ως εγγενής (δημιουργική) ικανότητα και ανθεκτικότητα, που όμως έχει παρεμποδιστεί και χρειάζεται να αποκατασταθεί. Τα επιβιωτικά πρότυπα παρέχουν πέντε βασικές αρχές οργάνωσης, ένα σαφές πλαίσιο για τη θεραπευτική διαδικασία, όσον αφορά τη συνεχιζόμενη ανάπτυξη του εαυτού, που διαταράχθηκε και αποδιοργανώθηκε από το πρώιμο αναπτυξιακό τραύμα. Αυτή η δομή δίνει έναν κεντρικό προσανατολισμό στη θεραπευτική επεξεργασία της δυσφορίας και των συμπτωμάτων του θεραπευόμενου.

Η θεραπευτική προσέγγιση συνδυάζει την ψυχονοητική διερεύνηση των περιοριστικών πεποιθήσεων και παγιωμένων ταυτίσεων συγχρόνως με παρεμβάσεις σωματικά προσανατολισμένης βιωμένης αίσθησης και επίγνωσης, που βοηθούν τον θεραπευόμενο να αρχίσει να καλλιεργεί την ικανότητα σύνδεσης και εμπερίεξης της εμπειρίας του στο παρόν.

Καθώς οι θεραπευόμενοι αρχίζουν να αναγνωρίζουν και να επεξεργάζονται τις ανεπίλυτες, αποδιοργανωτικές πεποιθήσεις, τα συναισθήματα και τις αισθήσεις που προέρχονται από το παρελθόν, αναπτύσσεται σταδιακά μια αίσθηση καλύτερης συναισθηματικής ρύθμισης και ισορροπίας, ενώ αυξάνεται η επίγνωση σχετικά με εκείνες τις παγιωμένες αμυντικές στρατηγικές, επιβίωσης που εξακολουθούν να λειτουργούν ως αποτέλεσμα του πρώιμου τραύματος.

Το μοντέλο τραυματοθεραπείας NARM, υπογραμμίζοντας το ήδη υπάρχον δυναμικό ικανότητας, λειτουργικότητας και ανθεκτικότητας του θεραπευόμενου, διερευνά το ιστορικό του τραύματος, φέρνοντας στην επίγνωση, με ποιό τρόπο τα παγιωμένα προσαρμοστικά αμυντικά μοτίβα παρεισφρέουν στην ικανότητα του ατόμου να συνδεθεί με το σώμα του, τα συναισθήματά του, τον εαυτό του και τους άλλους στο παρόν.

Με αυτή την έννοια, η προσέγγιση NARM υποστηρίζει τη διαδικασία αποταύτισης και την προσωπική ελευθερία από τα επιβιωτικά αμυντικά πρότυπα και τις περιοριστικές πεποιθήσεις, με αποτέλεσμα την αύξηση της ικανότητας για περισσότερη σύνδεση, οικειότητα, λειτουργικότητα, ανθεκτικότητα, υγεία και ευεξία – ενδεικτικά σημεία αναφοράς που χαρακτηρίζουν την επίλυση του σύνθετου τραύματος.

Πώς μπορεί κανείς να εκπαιδευτεί στην προσέγγιση NARM; Σε ποιους απευθύνεται το εκπαιδευτικό πρόγραμμα;

Το Νευροθυμικό Σχεσιακό Μοντέλο NARM™ (NeuroAffective Relational Model™) είναι ένα εκπαιδευτικό πρόγραμμα κλινικής επαγγελματικής εξειδίκευσης που διδάσκεται διεθνώς (NARM Training Institute International).  Στην προσέγγιση NARM έχουν ήδη εκπαιδευτεί πολλοί κλινικοί ψυχολόγοι στην Βόρεια Αμερική και την Ευρώπη, ενώ τα εκπαιδευτικά προγράμματα NARM επεκτείνονται διεθνώς με ταχύ ρυθμόκαι σε αυτό το πλαίσιο, πήραμε την πρωτοβουλία να το προσφέρουμε στους συναδέλφους μας στην Ελλάδα. Η διάρκεια της εκπαίδευσης είναι 2ετής και περιλαμβάνει ένα 3-ήμερο εισαγωγικό και τέσσερα 5-ήμερα σεμινάρια, συνολικά 120 ώρες. Tο εκπαιδευτικό πρόγραμμα θα διεξαχθεί στην αγγλική γλώσσα με διαδοχική μετάφραση στα ελληνικά.

Πρόκειται για μια προηγμένη κλινική εκπαίδευση για τους επαγγελματίες ψυχικής υγείας και απευθύνεται σε ψυχοθεραπευτές όλων των προσεγγίσεων που έχουν ολοκληρωμένη ψυχοθεραπευτική εκπαίδευση και κλινική εμπειρία, και σε επαγγελματίες ψυχικής υγείας όπως ψυχιάτρους, κοινωνικούς λειτουργούς, ψυχολόγους, συμβούλους εργοθεραπευτές, κ.ά. που εργάζονται με το σύνθετο ψυχικό τραύμα.

Συνάδελφοι που ενδιαφέρονται να γνωρίσουν την προσέγγιση NARM μπορούν να συμμετάσχουν στο  Εισαγωγικό Σεμινάριο «Εισαγωγή στο Νευροθυμικό Σχεσιακό Μοντέλο NARM™» που λαμβάνει χώρα στην Αθήνα στις 8-10 Νοεμβρίου 2019. Το σεμινάριο εισάγει στη θεωρητική, μεθοδολογική και βιωματική κατανόηση του μοντέλου NARM™ και παρέχει τη δυνατότητα μιας πρώτης, περιεκτικής εμπειρίας σχετικά με τον τρόπο εργασίας σε αυτήν την προσέγγιση.

Τι  μπορεί να περιμένει κανείς από την εκπαίδευση; Ποια η χρησιμότητα για έναν επαγγελματία ψυχικής υγείας;

Η προσέγγιση NARM είναι ένα συνθετικό θεραπευτικό μοντέλο που αντλεί την καταγωγή του μέσα από τη μεγάλη παράδοση των ανθρωποκεντρικών ψυχοθεραπευτικών κατευθύνσεων (ψυχοδυναμική, γνωσιακή, φαινομενολογική,  Gestalt, σωματική κ.α.). Παράλληλα, – και αυτό μπορεί να πεί κανείς, είναι το ιδιαίτερο στην προσέγγιση NARM – πρόκειται για μια νευροβιολογικά ενημερωμένη προσέγγιση, θεμελιωμένη στα σύγχρονα ευρήματα της σχεσιακής νευροεπιστήμης στο πεδίο της εξελικτικής ψυχοτραυματολογίας, που περιγράφει σε νευροβιολογική βάση, αφενός, τις ματατραυματικές αναπτυξιακές διαταραχές και αφετέρου, την υποστηρικτική θεραπευτική τους επεξεργασία.

Ως μια μέθοδος σχεδιασμένη ειδικά για την αντιμετώπιση του ευρύτερου φάσματος των συμπτωμάτων που σχετίζονται με το σύνθετο, αναπτυξιακό – σχεσιακό τραύμα, η προσέγγιση εστιάζει στη θεραπευτική εργασία με τα πρότυπα τραυματικής πρόσδεσης, στα συνεπακόλουθα μακροχρόνια ψυχοβιολογικά συμπτώματα και στις διαπροσωπικές δυσκολίες.

Ο θεωρητικός προσανατολισμός και η μεθοδολογία της βασίζονται και στοχεύουν στην σφαιρικότερη κατανόηση γύρω από τη βιολογική καιτην ψυχολογική ανάπτυξη, δηλαδή, την ψυχο-φυσιολογία, ως λειτουργική ενότητα, που βάλλεται και επηρεάζεται αναπτυξιακά από την έκθεση στο ψυχικό τραύμα.

Με αυτή την έννοια, ο ενδιαφερόμενος επαγγελματίας ψυχικής υγείας μπορεί μέσα από το εκπαιδευτικό πρόγραμμα NARM, να διευρύνει και να εμπλουτίσει το ήδη υπάρχον θεωρητικό και κλινικό-εμπειρικό φάσμα των γνώσεών του, προσθέτοντας στη φαρέτρα του νέα γνωστικά εργαλεία και  θεραπευτικές τεχνικές σε ενδεικτικά θεματικά πεδία όπως:

  • Ψυχισμός και νευροφυσιολογία: ο ρόλος του σώματος και του νευρικού συστήματος στο αναπτυξιακό τραύμα.

  • Η κατανόηση και η θεραπευτική προσέγγιση της αμφίδρομης σχέσης και αλληλεπίδρασης ανάμεσα στη δυσρύθμιση του αυτόνομου νευρικού συστήματος και των ψυχολογικών θεμάτων της ταυτότητας.

  • Οι πέντε βασικές βιολογικές ανάγκες, τα αντίστοιχα προσαρμοστικά επιβιωτικά πρότυπα και η αναπτυξιακή τους σημασία.

  • Η νευροφυσιολογία της πρόσδεσης και οι δυναμικές της αποσύνδεσης-διάσχισης ως επιβιωτικές στρατηγικές στην πρώϊμη ανάπτυξη.

  • Η συμμετοχή του σώματος στη θεραπευτική διαδικασία: Η θεραπευτική εργασία στη παρούσα στιγμή, η σημασία της βιωμένης αίσθησης, η πρακτική της σωματικής ενσυνειδητότητας και η ενεργοποίηση του “εσωτερικού καλοπροαίρετου παρατηρητή” στο θεραπευτικό πλαίσιο.

  • Η σημασία της ψυχοεκπαίδευσης σχετικά με τα συμπτώματα των τραυματικών αντιδράσεων και ο σταθερός προσανατολισμός στους πόρους στήριξης και στην ανθεκτικότητα κατά τη διάρκεια της θεραπευτικής διαδικασίας.

  • Η θεραπευτική εργασία με την ενήλικη συνειδητότητα: ενθάρρυνση της ικανότητας του θεραπευόμενου για εμπερίεξη των συναισθημάτων και προσωπική ανάπτυξη, ενίσχυση της διαδικασίας αποταύτισης από τις στρεβλώσεις της θυματοποιημένης ταυτότητας, υποστήριξη της αναπτυξιακής διαδικασίας συχγώνευσης-αποχωρισμού- εξατομίκευσης προς τη σύνδεση και υγιή αλληλεξάρτηση, την αυτενέργεια και την αυτοφροντίδα.

Ποιες είναι οι προκλήσεις όταν δουλεύει ένας ειδικός ψυχικής υγείας με το τραύμα;

Η τραυματική πρόσδεση, το αναπτυξιακό τραύμα, ως έννοια και ως κλινικό αντικείμενο, βρίσκεται τα τελευταία χρόνια διεθνώς στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος της Ψυχοθεραπείας. Αυτό συμβαίνει, νομίζω, όχι γιατί πρόκειται για ένα νεο θέμα, αλλά γιατί η εξέλιξη της γνώσης στο πεδίο αυτό έχει συμβάλλει στη βαθύτερη κατανόηση της πολύπτυχης αιτιογένεσης του ψυχικού τραύματος και στην ανάπτυξη έγκυρων, ολιστικότερων, συνθετικών ψυχοθεραπευτικών προσεγγίσεων για την προσέγγισή του.

Για να αναφερθώ ενδεικτικά σε ένα παράδειγμα, γνωρίζουμε σήμερα, ότι το πρώϊμο ψυχικό τραύμα επηρεάζει τις υποφλοιώδεις (μη συνειδητές) περιοχές του εγκεφάλου, ενώ η άδηλη μνήμη του τραυματικού βιώματος δεν είναι εύκολα προσβάσιμη με τον διάλογο και τη συζήτηση. Σύγχρονα ευρήματα αποσαφηνίζουν και τεκμηριώνουν τη συμμετοχή του σώματος στην τραυματική εμπειρία και γίνεται κατανοητό πως η αποτελεσματικότητα μιας αποκλειστικά γνωστικά προσανατολισμένης θεραπείας που βασίζεται μόνο στη συζήτηση θα είναι περιορισμένη. Μπορεί ακόμη η αναλυτική λεκτική επεξεργασία να είναι επανατραυματική, προκαλώντας επιπλέον φόρτιση της ήδη έντονης νευροφυσιολογικής διέγερσης του άγχους ή φόβου, ιδίως αν η θεραπευτική παρέμβαση γίνεται γρήγορα, προτού αναπτυχθεί στο θεραπευτικό πλαίσιο μια αίσθηση ψυχοσυναισθηματικής ασφάλειας για τη θεραπευόμενη ή τον θεραπευόμενο.

Γενικότερα, καθώς η έκθεση στο τραύμα συνδέεται με το βίωμα της απώλειας της αίσθησης ασφάλειας, ελέγχου και επιλογής, ισχύει ως θεμελιώδης κανόνας στην ψυχοτραυματοθεραπευτική κατανόηση, η διατήρηση ενός συνειδητά σταδιακού ρυθμού επεξεργασίας, που μπορεί να περιγραφεί ως «σπεύδε βραδέως».

Η θεραπευτική επεξεργασία – πάντα μέσα στο ασφαλές πλαίσιο της συνεργατικής θεραπευτικής σχέσης και μέσα από τις διάφορες δημιουργικές θεραπευτικές παρεμβάσεις- χρειάζεται να απευθύνεται όχι μόνο στο λεκτικό επίπεδο, αλλά και στην υπόρρητη σωματική βιωμένη αίσθηση, επιτρέποντας την προσέγγιση των θεμάτων στον οργανικό ρυθμό που οι θεραπευόμενοι βιώνουν ως ασφαλή και υποστηρικτικό.

Ως δημιουργική πρόκληση, για τον ειδικό που εργάζεται με το ψυχικό τραύμα, θα ανέφερα ακόμη, την καλλιέργεια μιας, όπως μπορούμε να την ονομάσουμε, διττής επίγνωσης στη θεραπευτική του παρουσία:την ικανότητα να συνδέεται τόσο με την προσωπική βιωμένη σωματική του αίσθηση και την εσωτερική εμπειρία του στηνπαρούσα στιγμή,  όσο και με την εμπειρία των θεραπευομένων του.

Επίσης, πέρα από την αυτονόητη εποπτεία της εργασίας του, είναι απαραίτητο να ενεργοποίεί  και να αξιοποίείτους δικούς του στηρικτικούς πόρους και αποθέματα, δηλαδή να καλλιεργεί και τη δική του αυτοφροντίδα.

Πείτε μας μια ωραία ανάμνηση από τα χρόνια που ασχολείστε με αυτή την προσέγγιση.

Στην εργασία μας ως ψυχοθεραπευτές, είναι πάντα ιδιαίτερη χαρά και ικανοποίηση, όταν στην πορεία μιας θεραπευτικής διαδρομής, οι θεραπευόμενοι κάνουν ένα σημαντικό για εκείνους “επόμενο βήμα” στα θέματα που τους απασχολούν. Όταν, για παράδειγμα, μέσα από τη νέα επίγνωση και τις καινούριες επανορθωτικές εμπειρίες που βιώνουν στο στηρικτικό πλαίσιο της θεραπευτικής διεργασίας και τη συνεπακόλουθη βαθύτερη κατανόηση και αποδοχή του εαυτού τους, μπορέσουν να μετακινηθούν από τη θέση μιας συχνά μακρόχρονης, ψυχοσυναισθηματικής δυσφορίας ή ψυχοσωματικής δυσλειτουργίας, σε μια πιο ευέλικτη, ενδυναμωμένη και αισιόδοξη προοπτική για τη ζωή τους. Μπορώ να πω, πως δουλεύοντας θεραπευτικά  με την προσέγγιση NARM, έχω να θυμάμαι με ευγνωμοσύνη σημαντικές τέτοιες εμπειρίες “σταθμούς”.

Ζωή Παραδομενάκη Σίλλατ, Dipl.-Psych.

Κλινική Ψυχολόγος, Ψυχοθεραπεύτρια

Οργάνωση της Εκπαίδευσης ΝΑRM στην Ελλάδα

 

https://www.psychografimata.com/%ce%b3%ce%bd%cf%89%cf%81%ce%af%cf%83%cf%84%ce%b5-%cf%84%ce%bf-%ce%ba%ce%ad%ce%bd%cf%84%cf%81%ce%bf-%cf%88%cf%85%cf%87%ce%bf%ce%b8%ce%b5%cf%81%ce%b1%cf%80%ce%b5%ce%af%ce%b1%cf%82-%ce%ba%ce%b1%ce%b9/

bottom of page